Savage Republic

Όταν η «δημοκρατία» …εξαγριώνεται: η ιστορία των Savage Republic

Savage Republic 1Αντιφατική χώρα οι ΗΠΑ. Ελεύθερη και καταπιεστική συγχρόνως. Έφτιαξε το πιο φιλελεύθερο Σύνταγμα, είναι η χώρα της ανεκτικότητας και της σύνθεσης του διαφορετικού αλλά είναι συγχρόνως και η χώρα της Κου Κλουξ Κλαν, του Γκουαντανάμο και της θανατικής ποινής. Είναι η χώρα που τα παιδιά της σκοτώνονταν στην Νορμανδία στον πόλεμο κατά του φασισμού αλλά είναι και η ίδια χώρα που στέλνει τα παιδιά της να βομβαρδίσουν την Γιουγκοσλαβία, να πολεμήσουν στα Βιετνάμ και στα Ιράκ. Αυτές οι αντιφάσεις βέβαια υπάρχουν σε κάθε χώρα, απλώς στην Αμερική είναι πιο έντονες. Αυτές οι αντιφάσεις καταδεικνύουν ωστόσο το πόσο αδιέξοδοι είναι οι απλοϊκοί χαρακτηρισμοί λαών και χωρών, πόσο άτοπος είναι εν τέλει ο ισοπεδωτικός αντιαμερικανισμός της πλάκας (ο οποίος στην χώρα μας είναι σχεδόν μέρος του lifestyle!). Δηλαδή, ποια είναι τελικά η Αμερική; Η χώρα του … Βοός, των McDonalds, του Hollywood, των γιάπις, των μεγάλων πολυεθνικών; Ή μήπως είναι η χώρα του Luther King, του Τσόμσκυ, του Μουρ, του Στάινμπεκ, του Κέρουακ, του Τζάρμους, του Reed, της Janis, των Pixies, του Biafra, του Wynn; Και τόσων άλλων! Και σε τελική ανάλυση, ποια είναι και η Ελλάδα; Πόσο «συμπατριώτης» μπορεί να είμαι με όλους αυτούς τους μεταλλαγμένους μουσικούς κλώνους που κυριαρχούν, με τους ανακυκλώμενους TV αστέρες της κομματοκρατίας και με τους ορθόδοξους μουτζαχεντίν αλλά και με τους «ανώνυμους» φορείς της καθημερινής αθλιότητας;

Πατρίδα μου είναι κατά μία υπερβατική αντίληψη των πραγμάτων, η τέχνη. Σε μια ιδεατή παγκοσμιοποίηση, μια παγκοσμιοποίηση ιδεών, συναισθημάτων, μουσικών, συμπατριώτες μου είναι αυτοί οι οποίοι μίλησαν στην ψυχή μου, εξέφρασαν και εξέθρεψαν τις ιδέες μου, απάλυναν τη θλίψη μου και φώτισαν τους έρωτες μου. Αυτοί είναι και οι μόνοι συμπατριώτες μου, και όχι κάποιοι με τους οποίους απλώς έτυχε να γεννηθώ στον ίδιο γεωγραφικό χώρο, με τους οποίους μιλάω την ίδια γλώσσα αλλά σπανίως καταφέρνω να συννενοηθώ! Με τέτοιου τύπου συμπατριώτες θα ασχοληθώ στο μικρό αυτό αφιέρωμα. Τους Savage Republic. Μιας γενικά παραγνωρισμένης μπάντας η οποία έχει όμως αφήσει την δική της σφραγίδα στην ιστορία της «εκτός των ορίων» μουσικής.
Savage Republic 3Υπάρχει πάντα μια μεγάλη και ατέρμονη συζήτηση για το που βρίσκονται οι ρίζες του punk. Άλλοι παραπέμπουν στο «Louie Louie» των Kingsmen, άλλοι στη ψυχεδέλεια και το αμερικάνικο garage των MC5 και των Stooges, άλλοι στους Ramones, στους Sex Pistols ακόμη και στους Γερμανούς Neu! Η έρευνα αυτή βέβαια μου θυμίζει την προσπάθεια να βρεθούν οι πηγές του Νείλου! Και κατά την άποψη μου έχει την ίδια απάντηση: όπως εκατοντάδες μικρά ρυάκια συνενώνονται για να φτιάξουν τον μεγάλο ποταμό, έτσι και πολλοί συνετέλεσαν σε αυτό το φαινόμενο που άλλαξε την μουσική. Οι Αμερικανοί πάντως είναι σαφές ότι συνέβαλαν περισσότερο στην γέννηση, ενώ οι Βρετανοί το μπόλιασαν με πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα (βλέπε Gang of Four, Clash) και στη συνέχεια το επανεξήγαγαν εμπλουτισμένο στις ΗΠΑ (βλέπε Dead Kennedys, Husker Du, Angry Samoans).

«Παιδιά» αυτής της τελευταίας γενιάς του punk είναι και οι Savage Republic. Οι επιρροές τους όμως ήταν και πολύ πιο εκλεκτικές και ενός ευρύτερου ορίζοντα, συμβάλοντας έτσι στην αναζήτηση και δημιουργία ενός εντελώς καινούργιου ήχου και στο να «δοκιμάσουν πράγματα που δεν είχαν παιχτεί πάλι στο παρελθόν». Μια φιλοδοξία η οποία ήταν τόσο έμμονη που συνετέλεσε ίσως και στην οριστική τους διάλυση. Είναι δύσκολο να διαφέρεις μέσα σε ένα περιβάλλον που ευνοεί την ισοπέδωση και την ομογενοποίηση! Πάντως κατάφεραν έτσι να μπερδέψουν τους κριτικούς οι οποίοι άλλοτε τους κατέτασαν στο industrial, άλλοτε στο art-punk, και άλλοτε στο post-punk. Κατά την γνώμη μου πιο κοντά είναι στο post punk! Όπου post-punk (για να μην χρησιμοποιούμε κενού περιεχομένου όρους) είναι η μουσική που έπαιξαν οι punks όταν άρχισαν πια να καταλαβαίνουν την χρησιμότητα που είχαν αυτά τα …μαρκούτσια που κρατούσαν στα χέρια τους, όπως η κιθάρα και το μπάσο, και συγχρόνως εμπλούτισαν τον ήχο τους με πλήκτρα και μελωδίες!

Ξεκίνησαν στο δυτικό Los Angeles το 1980 σαν Africa Corps, φοιτητές οι περισσότεροι στο UCLΑ, άντρο προοδευτικών πνευμάτων, νέων ιδεών και πολλών ταραχών στα καυτά χρόνια του 60. Η αρχική τετράδα απαρτιζόταν από τους Jeff Long (με προϋπηρεσία στην hardcore μπάντα …Wasted Youth), Bruce Licher, Mark Erskine και Jackson Del Rey (πραγματικό: Philip Drucker). Oι πρώτες πρόβες και ηχητικές δοκιμές έγιναν, σύμφωνα με τον punk μύθο, στα υπόγεια τούνελ κάτω από το πανεπιστήμιο. Λίγες μόλις εβδομάδες πριν βγει ο παρθενικός δίσκος, το «Tragic Figures», άλλαξαν όνομα. Η αλλαγή έγινε και για να αποφευχθεί η σύγχιση εξαιτίας της ύπαρξης ενός άλλου group με το όνομα East Coast Afrika Korps, αλλά κυρίως για να αποφευχθεί η ταύτιση τους με το φιλοναζιστικό punk που άρχισε να αναφύεται τότε. Σοφή κίνηση (δέστε π.χ. τι άκουσαν και διάβασαν οι Joy Division για το δικό τους όνομα!). Και έτσι εγένετο… Savage Republic! To Savage προήλθε από τον χαρακτηρισμό που έδωσε ένας φίλος τους για τα live τους ενώ το Republic είναι έμμεση αναφορά στην …συμμετοχική, δημοκρατική διαδικασία παραγωγής της μουσικής (όλοι τα κάνουν όλα)!
Bruce LicherΗ πορεία τους στον χρόνο χαρακτηρίζεται από ένα συνεχές «φύγε συ, έλα συ» των μελών τους, το οποίο δεν είναι εύκολο να το παρακολουθήσεις σε λεπτομέρεια (σε κάθε δίσκο δίνουμε τις μετακινήσεις σε μορφή «ήρθαν-έφυγαν», τρόπος ο οποίος μπορεί να θυμίζει απολογισμό μεταγραφικής περιόδου αλλά είναι πρακτικός). Προσωπικές κόντρες, διαφωνίες επί του πηδαλίου για την μουσική κατεύθυνση, γέννησαν και μια παράπλευρη μπάντα, τους 17 Pygmies οι οποίοι είχαν μια πιο pop-ηλεκτρονική κατεύθυνση. Μάλιστα εξαιτίας τέτοιων συγκρούσεων, υλικό το οποίο επρόκειτο να είναι ο δεύτερος δίσκος των Savage Republic τελικά έγινε ο πρώτος δίσκος των 17 Pygmies υπό τον τίτλο «Jedda by the sea». Θα ακολουθήσουν στη συνέχεια τρεις ακόμη δίσκοι, με το κύκνειο άσμα τους να γράφεται το 1988 στην Θεσσαλονίκη, σε μια πόλη που τους αγάπησε πολύ.

Τους Savage Republic, το ομολογώ (έτσι για να δώσουμε και την προσωπική νότα) ότι τους γνώρισα αργά. Αλλά οι ώριμες αγάπες είναι πολλές φορές πιο δυνατές, πιο εκλεκτικές, πιο αντικειμενικές θα έλεγα (όσο μπορεί κάποιος να χαρακτηρίσει μια αγάπη «αντικειμενική»). Και άλλωστε, ποτέ δεν είναι αργά!

Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν το μονοπάτι της ιστορίας έχοντας σαν οδηγό τους δίσκους τους. Οι οποίοι και επανεκδόθηκαν σχετικά πρόσφατα (2002) σε πολύ καλαίσθητες συσκευασίες από την Mobilization (label το οποίο διευθύνει το παλιό μέλος τους ο Ethan Port).
Tragic FiguresTragic Figures (1982)
1. When All Else Fails
2. Attempted Coup: Madagaskar
3. Ivory Coast
4. Next to Nothing
5. Exodus
6. On the Prowl
7. Machinery
8. Zulu Zulu
9. Real Men
10. Flesh that Walks
11. Kill the Fascists!
12. Procession
Extras
13. Film Noir
14. O Andonis
15. Mobilization
16. Tragic Figure
17. The Empty Quarter
18. The Ivory Coast

Προκλητικός δίσκος. Ωμός (αλλά όχι τόσο ακατέργαστος όσο ακούγεται με την πρώτη «αυτιά»!). Αιχμηρός, απ’ όπου και να τον «πιάσεις» κόβεσαι! Ήδη από το εξώφυλλο σε βάζει στο νόημα: αναπαράσταση μιας εκτέλεσης δια «τυφεκισμού» (συνηθισμένη στον «βάρβαρο» Τρίτο Κόσμο, στο πολιτισμένο αυτά γίνονται με ενέσεις και volt!). Πρόκειται για την εκτέλεση μιας ομάδας Ιρανών δασκάλων από το φονταμενταλιστικό θρησκευτικό καθεστώς του Χομεϊνί. Και αν πατήσεις το play το διαπιστώνεις από το πρώτο δευτερόλεπτο, με την κραυγή πολέμου (ή μήπως απόγνωσης) με την οποία ανοίγει ο δίσκος και τα νευρώδη κρουστά («When all else fails…»)! Κρουστά κάθε είδους, από μεταλλικά δοχεία, σωλήνες έως και αυτοσχέδια κρουστά (στα live χρησιμοποιούσαν ακόμη περισσότερα) θυμίζοντας ανάλογες πρακτικές των Neubauten. Κιθάρες ξυράφια, και ένα απίστευτο, σχεδόν μινιμαλιστικό, εφιαλτικά μονότονο μπάσο να στρώνει το χαλί, πάνω στο οποίο πατούν στίχοι που δεν τραγουδιώνται αλλά εκφέρονται με παθιασμένς απαγγελίες και ουρλιαχτά. Ένας λόγος-νυστέρι που ανατέμνει την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα και ασφαλώς με σαφέστατη πολιτική στάση. Και για όσους λίγους δεν κατάλαβαν ακόμη: «Kill the fascists». Και μπορούμε να ισχυριστούμε ότι τέτοιοι δίσκοι αποδεικνύουν ότι και το μπάσο σαν όργανο «σκοτώνει φασίστες» σύμφωνα και με την άποψη του Woody Guthrie για την κιθάρα!

Η mother Africa κάνει αισθητή την παρουσία της και ηχητικά μέσα από τα tribal κρουστά, αλλά και θεματολογικά («Ivory Coast», «Zulu Zulu»). To «Attempted Coup: Madagaskar», με τον κρυμμένο στα σπλάχνα Ventures ρυθμό του (στο L.A. βρισκόμαστε άλλωστε), διασαφηνίζει ότι το surf δεν ήταν μόνο ήλιος, θάλασσα και ξανθιές με πλαστικά στήθη. Οι εκλεκτικές επιρροές των Popol Vuh, των Amon Duul II και κυρίως των Faust φαίνονται στο «Exodus», κομμάτι βασισμένο στο «Krautrock» των Faust και το οποίο πήρε τον τίτλο αυτό επειδή θύμισε στον Licher το γνωστό θέμα της ομώνυμης ταινίας (εμένα πάντως όχι!). Το «Ivory Coast» εγκαινιάζει μια σειρά λαμπρών instrumental ενώ στο «Next to nothing» με τα σχεδόν μελαγχολικά φωνητικά, αναδύεται το αδιέξοδο και η ματαιότητα μιας ένοπλης σύγκρουσης. Στο «Machinery» η φοβερή στροβιλιζόμενη κιθάρα σε ζαλίζει και ειρωνεύεται την νέα εποχή των μηχανών («when machines control you ‘re the tool») ενώ η σχεδόν ζωώδης δύναμη του καταιγιστικού «Real Men» («we are the real men who’ll bring the world to its knees») εκτιμήθηκε τόσο ώστε να χρησιμοποιηθεί στην «Σιωπή των αμνών» σε μια σκηνή όπου ο Hannibal κοιτάζεται αυτάρεσκα σε έναν καθρέφτη αμέσως μετά έναν ακόμη φόνο. Τέλος το «Procession» καταφέρνει μέσα στα 6 λεπτά του να συμπυκνώσει σχεδόν όλη την ηχητική τους φιλοσοφία.

Η επανέκδοση του 2002 περιέχει έξι επιπλέον κομμάτια, από σινγκλάκια τα οποία κυκλοφόρησαν μετά την κυκλοφορία του δίσκου. Είναι κάτι παραπάνω από εμφανής η ηχητική αλλαγή που επέφερε ο ερχομός του Robert Loveless όπως φαίνεται και στο πιο δημοφιλές κομμάτι τους, το μεγαλειώδες «Film Noir», όπου τα πλήκτρα του Loveless τιμούν το noir του τίτλου και συμβάλουν στο στοιχειωτικό αποτέλεσμα και στον υπόγειο λεπτό σπαραγμό. Έκπληξη η εκπληκτική διασκευή τους στον «Αντώνη» από το «Μαουτχάουζεν (άσχετο: θυμήθηκα με την ευκαιρία και την απίστευτη …αφγανική διασκευή του συγκεκριμένου κομματιού, τραγουδισμένη από οπλισμένους μουτζαχεντίν στην είσοδο τους στην Καμπούλ) όπου ο εμβατηριακός, σχεδόν μιλιταριστικός ρυθμός του Θεοδωράκη βρίσκει την punk δικαίωση του!

Μην περιμένετε πολλά λόγια ακόμη: πρόκειται για μια αισθητική κορύφωση της post-punk εποχής. Τοποθετήστε τον δίπλα στο «Lions mouth», το «Unknown Pleasures», το «Mesh & Lace» και το «Fresh fruit…». Και συγχωρέστε μου την προστακτική αλλά ακούστε τον και «…mobilize your brain»…
CeremonialTrudge-Ceremonial (1985)
Trudge
1. Trudge
2. Trek
3. Siege
4. Assembly
5. Valetta
Ceremonial
6. Andelusia
7. Walking Backwards
8. 1000 Days
9. Mediterranea
10. Dionysius
11. Ceremonial
12. Year of Exile
13. Land of Delusion

Ήρθαν: Τhom Fuhrmann, Greg Grunke, Ethan Port
Έφυγαν: Jeff Long (παράτησε την μουσική και έγινε καθηγητής ψυχολογίας!), Jackson Del Rey (αφοσιώθηκε στους 17 Pygmies), Robert Loveless (συμμετείχε μόνο στο Ceremonial)

Πρόκειται για μία «2 σε ένα 1» συσκευασία η οποία περιέχει το EP «Trudge» (το οποίο κυκλοφόρησε μόνο στην Ευρώπη από την Play it again Sam!) και το LP «Ceremonial» (την ίδια βδομάδα στις ΗΠΑ).

Λιγότερο punk και τραχύ από το «Tragic Figures», πιο αρτίστικο και πολύπλοκο ας πούμε, θα μπορούσαμε σχεδόν να ισχυριστούμε ότι μοιάζουν με LP δύο διαφορετικών group! Κάπου εδώ μέσα θα ανιχνεύσουμε και κάποιες από τις ρίζες αυτού που σήμερα αποκαλείται post-rock (χωρίς όμως την φλυαρία που το χαρακτηρίζει πολλές φορές). Οι φίλοι των Godspeed και όλης της Constellation, σίγουρα θα το λατρέψουν (όπως μαντεύω ότι θα έχουν κάνει και οι ίδιοι!) Το EP μάλιστα ο Licher το θεωρεί σαν αυτό που τον συγκινεί πιο πολύ απ’ όλα τα έργα των Savage Republic!

To «Trudge» εισβάλει δυναμικά με ένα φοβερό μπάσο αποδεικνύοντας ότι οι διδαχές του Peter Hook όχι μόνο πέρασαν τον Ατλαντικό αλλά βρήκαν και καλούς μαθητές! Φωνητικά δεν υπάρχουν, πέρα από κάποιες ακατάληπτες κραυγές που έρχονται από πολύ μακριά, ενώ από το «Ceremonial» αφαιρέθηκαν και τα φωνητικά της Louise Bialik που υπήρχαν στην πρωτότυπη έκδοση και τα οποία κρίθηκαν μάλλον υπερβολικά επίπεδα και απαλά.
Savage Republic live2Το εξώφυλλο αποκαλύπτει την εμμονή του Licher με τις εικόνες της ερήμου, μια εμμονή την οποία θα εκδηλώσει (και γραφιστικώς και μουσικώς) ακόμη πιο πολύ με την επόμενη μπάντα του, τους Scenic. Αξίζει εδώ να σταθούμε στην αισθητική ενότητα των εξώφυλλων των Savage Republic, τα οποία όλα επιμελούνταν στο χέρι ο Licher χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή τεχνική letterpress. Είχε μάλιστα την επιμέλεια όλων των εξώφυλλων της Independent Project, της εταιρείας που ο ίδιος έφτιαξε, καθιερώνοντας ένα προσωπικό στυλ το οποίο χαρακτηριζόταν από συσκευασίες σε σκληρό χαρτόνι, με χρώματα της γης και της ερήμου και ανάγλυφα αφηρημένα σχέδια. Ένα φαινόμενο το οποίο είναι ανάλογο (τηρουμένων των αναλογιών βέβαια) με την v23 και την 4AD. H ικανότητα του αυτή μάλιστα επιβραβεύτηκε και με μια υποψηφιότητα για Grammy (!) για το εξώφυλλο του 1ου δίσκου των Camper van Beethoven.

Το «Ceremonial» είναι εμπλουτισμένο με περισσότερα όργανα, τα οποία και δίνουν ένα άλλο ηχόχρωμα στο κομμάτια (ακούστε π.χ. την τρομπέτα στο «Assembly» και το μαντολίνο που δίνει το μεσογειακό χρώμα που υπονοεί ο τίτλος στο «Mediterranea») ενώ και τα πλήκτρα του Loveless έχουν βγει ένα βηματάκι πιο μπροστά δίνοντας στον ήχο έναν φοβικό τόνο. Επιπλέον ο ιδιότυπος τρόπος κουρδίσματος της 11χορδης κιθάρας Hagstrom προσθέτει μια ambient κινηματογραφική χροιά, η οποία σε κάνει να κλείσεις τα μάτια και να ονειρευτείς ότι… Οι κιθάρες άλλοτε είναι όμορφες, πλησιάζοντας ακόμη και την pop («Dionysius»), άλλοτε μαυλιστικές και στοχαστικές («Land of Exile») και άλλοτε δυναμικές («Andelusia»). Το δε μπάσο κυριαρχεί σε όλα σχεδόν τα κομμάτια παρασέρνοντας σε, σε μια υπνωτική δίνη που δύσκολα τις ξεφεύγεις.

O δίσκος ακούγεται ολόκληρος (κλισέ έκφραση, αλλά στην περίπτωση μας ισχύει απολύτως!) και από την στιγμή που θα τοποθετηθεί στην CDιέρα ο μόνος λόγος για να αγγίξετε πάλι το τηλεχειριστήριο είναι για να αυξήσετε την ένταση! Αλλά επειδή μερικά κομμάτια είναι «περισσότερα ίσα από τα άλλα», ξεχωρίζουν τα «Land of exile», «Walking Backwards», «1000 Days», «Ceremonial»,… σταματώ εδώ γιατί μάλλον θα περιλάβω όλο τον δίσκο! Και βαριέμαι να σκεφτώ καλολογικά στοιχεία και επίθετα! Περιττεύουν άλλωστε! Η μουσική μιλάει από μόνη της έστω και χωρίς την επιβολή στίχων. Και όπως όλοι οι μεγάλοι instrumental δίσκοι απαιτεί ακροατές όχι μόνο δέκτες, αλλά δημιουργούς και πομπούς.

Για να τελειώνουμε: από τα καλύτερα δείγματα (αλλά και …δήγματα!) punk γραφής. Και από τους δίσκους που ο καθένας με ευαίσθητες κεραίες μπορεί να βρει μέσα τους ένα κομμάτι του εαυτού του!
JamahiriyaJamahiriya Democratique et Populaire de Sauvage (1988)
1. So it is written
2. Spice Fields
3. Viva La Rock ‘n Roll
4. Tabula Rasa
5. Il Papa Sympatico
6. Pios Den Mila Yia Ti Lambri
7. Lethal Musk
8. Lebanon 2000
9. Moujahadeen
10. Jamahiriya
Extras
11. Il Papa Sympatico (instrumental)
12. Viva La Rock ‘n Roll (instrumental)
13. Moujahadeen (instrumental)

Ήρθαν: Brad Laner, Jackson Del Rey (επιστροφή στα πάτρια!)
Έφυγαν: Mark Erskine, Robert Loveless

Τέσσερα χρόνια έπρεπε να περάσουν για να εμφανιστεί η επόμενη δουλειά των Savage Republic. Το «Jamahiriya…» περιέργως ήταν και το LP τους το οποίο έλαβε και την μεγαλύτερη δημοσιότητα (μην φανταστείτε βέβαια τρελές καταστάσεις) και συνοδεύτηκε από μια μεγάλη, γόνιμη (βλέπε και παρακάτω), ευρωπαϊκή περιοδεία. Το «περιέργως» έγκειται στο ότι η αξία του δεν προσεγγίζει το επίπεδο των δύο προηγούμενων LPs. Το Jamahiriya…» μοιάζει (και είναι!) ένα υβρίδιο των δύο προηγούμενων δίσκων. Υπάρχουν και οι τρίλεπτες, punk μινιατούρες του «Tragic Figures» («Lethal musk», «Il papa sympatico») αλλά και οι μακρόσυρτες περίτεχνες αναπτύξεις του «Ceremonial» («Spice fields», «Jamahiriya» και το αλά-Pink Floyd «Tabula Rasa»). Μοιάζει σαν οι δύο αντίπαλοι πόλοι της μπάντας να συμβιβάστηκαν (φευ!, προσωρινά μόνο, όπως αποδείχτηκε στο άμεσο μέλλον).
Οι έθνικ επιρροές είναι πάλι παρούσες, φιλτραρισμένες όμως μέσα από την οπτική του kraut rock. To oμολογεί και ο ίδιος ο Licher: «Παίζοντας την κασέτα του Jamahiriya… σε φίλους, μου ήταν δύσκολο να τους πείσω ότι αυτό που ακούνε δεν είναι μια kraut rock μπάντα»! Το δε νευρώδες παίξιμο του Brad Laner στα drums σίγουρα χρωστάει πολλά στον Jaki Liebezeit των Can.

Επειδή η λέξη «έθνικ» είναι εντελώς παρεξημένη, σχεδόν σε σημείο διαστροφής, ας διευκρινίσουμε: οι Savage Republic χρησιμοποιούν τις έθνικ επιδράσεις τους με έναν τρόπο ο οποίος καμία σχέση δεν έχει με την αποικιοκρατικού τύπου υφαρπαγή μουσικής και τον «δήθεν» εκμοντερνισμό της. Καμία σχέση με fusion αηδίες (η μόδα αυτή άλλωστε είναι πολύ πρόσφατη) και πολυπολιτισμικούς χυλούς! Ναι, οι Savage ήταν έθνικ με την έννοια όμως που έθνικ ήταν και οι Rolling Stones ή οι δικοί μας Εν Πλω. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το ίδιο το ροκ είνα προϊόν μιας τέτοιας γόνιμης σύντηξης, των blues των μαύρων και της αφρικάνικης ρυθμολογίας με την δυτική αστική μουσική. Μιας σύντηξης η οποία διατηρεί την ετερογένεια, μακριά όμως και από κάθε τοπικίστικη καθαρολαγνεία και παραδοσιοκρατία. Η μουσική είναι ένας ζωντανός οργανισμός. Και μια εκδήλωση ζωής είναι και η επαφή, η συνουσία με το Διαφορετικό, το Άλλο. Μια επαφή όμως η οποία για να είναι γόνιμη και δημιουργική προϋποθέτει μια αλληλοπροσέγγιση βασισμένη στον έρωτα, στο με συναίσθημα, στην ψυχή. Ειδάλλως οδηγεί σε τερατογενέσεις!

Αν ήθελα να χαρακτηρίσω τον δίσκο με μια πρόταση, θα έλεγα ότι πρόκειται για ένα χαρμάνι ανατολίτικων δρόμων και δυτικής punk ψυχεδέλειας. Το κιθαριστικό μαστίγωμα του «So it is written» που ανοίγει τον δίσκο σε μεταφέρει κατευθείαν σε ένα παγωμένο γκαράζ του Λος Άντζελες στα τέλη της δεκαετίας του 60 ενώ το «Viva La Rock ‘n Roll» (των πανκιών Alternative TV’s) και το «Lebanon 2000» θα τα φανταζόμουν να παίζονται από μια παρακμιακή μπάντα σε ένα ύποπτο καταγώγιο στο Αλγέρι, στο Κάιρο ή στην Βηρυτό μέσα σε καπνό από ναργιλέδες και με τις σφαίρες από τα ούζι να σφυρίζουν έξω (είπατε κάτι για την φαντασία μου;;)! Όποιος ρίξει μια ματιά στο tracklist και είναι και εξοικοιωμένος με τα …greeklish θα αναγνωρίσει στο «Pios Den Mila Yia Ti Lambri» το «Ποιος δεν μιλά για την Λαμπρή» του Μίκη (και πάλι), το οποίο ανυψώνει το …αγωνιστικό φρόνημα του δίσκου. Εξίσου αγωνιστικές διαθέσεις υποδηλώνει και ο τίτλος του κομματιού «Moujahadeen» (μέτριο μουσικώς όμως). Αναρωτιέμαι πάντως αν σήμερα θα μπορούσε καν να εμφανιστεί ένας δίσκος στις Η.Π.Α ο οποίος να περιέχει κομμάτι με τέτοιο τίτλο. Τότε βέβαια ήταν διαφορετικά τα πράγματα και ο Σαντάμ ήταν ακόμη ο καλός μας φίλος και σύμμαχος!

Όπως λοιπόν προλάλησα, μπορεί ο δίσκος να μην είναι στον ίδιο βαθμό ευρηματικός και εμπνευσμένος με τους 2 προγόνους του, και σε αρκετά σημεία να υιοθετεί συνθετικές ευκολίες, αλλά περιέχει τα δικά του διαμάντια που περιμένουν να τα «εξορύξετε»! Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι το σχόλιο για την αξία του δίσκου γίνεται με σημείο αναφοράς τα κορυφαία έργα τους, γεγονός που σίγουρα τον αδικεί…
CustomsCustoms (1989)
1. Sucker Punch
2. Sono Cairo
3. Mapia
4. The Birds of Pork
5. Rapeman’s First EP
6. The World (at our fingertips)
7. Song for Adonis
8. Archetype

Ήρθαν: —
Έφυγαν: Ethan Port

Το φανταζόσασταν ποτέ ότι η ελληνική γραφειοκρατία και το «αργόσχολον» του δημοσίου θα αποτελούσαν την αφορμή για την ηχογράφηση ενός δίσκου (πέραν από διάφορους σατιρικούς); Και όμως συνέβη: το κύκνειο άσμα των Savage Republic προέκυψε από μια τέτοια αφορμή! Το 1988 κατά την διάρκεια της ευρωπαϊκής τους περιοδείας, ερχόμενοι κατά τα μέρη μας, ήρθαν αντιμέτωποι με τους «άτεγκτους» έλληνες τελωνειακούς. Και «επειδή εδώ είναι Βαλκάνια», ο συναυλιακός εξοπλισμός τους κατασχέθηκε, αναγκάζοντας τους να χρησιμοποιήσουν δανεικό εξοπλισμό τόσο για τις συναυλίες όσο και για τον δίσκο αυτό. Ο δίσκος γράφτηκε και ηχογραφήθηκε κυριολεκτικά στο ποδάρι μέσα στις 2-3 ημέρες που περίμεναν στην Θεσσαλονίκη μέχρι να τακτοποιηθεί το ζήτημα.

Ο δίσκος έχει πολύ Ελλάδα μέσα του (όχι όμως ήλιο, θάλασσα και …σουβλάκι): από τον τίτλο ο οποίος είναι αφιερωμένος …εξαιρετικά στα τελωνεία – αν και δεν πιστεύω να το εκτίμησαν ιδιαίτερα οι τελωνειακοί (ενώ η παράλληλη σημασία του – και προφανώς όχι τυχαία – είναι «έθιμα») την φωτογραφία του εξώφυλλου (το λιμάνι της Σαλονίκης) και τον δικό τους αδέξιο μπουζουκο-πειραματισμό στο «Song for Adonis» (δεύτερη φορά που εμφανίζεται Αντώνης σε κομμάτι τους–πάντως εντελώς …αντικειμενικά το λέω, είναι και ωραίο όνομα!!). Και στην παραγωγή Έλληνα έχουμε, καθώς την επιμελήθηκε μαζί με τους ίδιους ο Γιώργος Μάνιος.

Ο δίσκος είναι σαφώς ο χειρότερος τους αλλά ας μην είμαστε τόσο άτεγκτοι σαν στρατοδίκες: τους αναγνωρίζεται το ελαφρυντικό της προχειρότητας και της βιασύνης (και του …πρότερου έντιμου βίου!). Η προχειρότητα άλλωστε αυτή αναδεικνύει εμμέσως και την αξία τους, αν σκεφτούμε ότι ένας δίσκος ο οποίος γράφτηκε υπό τέτοιες συνθήκες έχει τόσες αξιόλογες στιγμές!

Ας παραβλέψουμε λοιπόν το, κατώτερο κατά τη γνώμη μου, για την κλάση τους «Mαρία», το πρόχειρο τζαμάρισμα του «Archetype», το οποίο ούτε ως πειραματικό δεν στέκεται και το αφελές «Song for Adonis» και ας σταθούμε στις εκλάμψεις συνθετικού μεγαλείου: στο γοητευτικό «Sono Cairo», πλημμυρισμένο σχεδόν από άρωμα φρεσκοαλεσμένου καφέ (!), στο επίσης ορχηστρικό, ύπουλα μελωδικό «The birds of pork», στην προσπάθεια επιστροφής τους στις ρίζες, στον ωμό ήχο του «Tragic Figures» («Sucker Punch») και φυσικά στο τραχύ, γεμάτο αδρεναλίνη και μια πρέζα παράνοιας στην παράνοια «Rapeman’s First EP», το οποίο δίνει ίσα μια ιδέα για το πόσο διαφορετικοί ήταν στα live τους! Αξίζει να αναφέρουμε ότι το κομμάτι αυτό είναι αφιερωμένο στον γνωστό μουσικό-παραγωγό Steve Albini (ούτε αυτός πρέπει να συγκινήθηκε ιδιαίτερα από την «αφιέρωση»).

Και κάπου εδώ τελειώνει το παραμύθι των Savage Republic… Μετά από μια διαδρομή σχετικά σύντομη χρονικά, γόνιμη δημιουργικά όμως. Το ευρύ «ροκ» κοινό πέρασε μάλλον αδιάφορο (αν και αυτό, εδώ που τα λέμε πολλές φορές είναι και τίτλος τιμής!). Λίγους άγγιξαν… Αλλά όσους άγγιξαν, τους χάραξαν για τα καλά!

1η δημοσίευση: http://www.mic.gr

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε