Pascal Bussy : Kraftwerk – Man, machine and music (SAF)

Pascal Bussy KraftwerkΔιαβάζοντας τούτο το βιβλίο μελαγχολικές σκέψεις με κατέκλυσαν. Όχι, δεν ήταν το περιεχόμενο του που προκάλεσε αυτή την αντίδραση. Ήταν απλώς η συνειδητοποίηση (εκ νέου) της ένδειας των ελληνικών μουσικών εκδόσεων που αφορούν τη σύγχρονη μουσική. Πέρα από τη γνωστή σειρά των μαύρων βιβλίων της Οδού Πανός (όχι και πρώτης ποιότητας θα έλεγα) και κάποιες άλλες σποραδικές εκδόσεις, κυρίως μεταφράσεις, το απέραντο κενό. Κατά συνέπεια δεν είναι διόλου περίεργο ότι δεν υπάρχει τίποτε στην ελληνική βιβλιογραφία για το (όπως έχω ξαναγράψει και αλλού – Kraftwerk TOP 20) σημαντικότερο από άποψη επίδρασης και εξέλιξης μουσικό όνομα του 20ου αιώνα. Η πληρέστερη καταγραφή της πορείας των μυθικών πρωτοπόρων από το Dusseldorf είναι αυτό το βιβλίο του Γάλλου δημοσιογράφου Pascal Bussy που επανεκδόθηκε πέρυσι για να συμπεριλάβει και τη new entry («Tour de France Soundtracks»), και το οποίο με 15 ευρώ στο Amazon έρχεται σπίτι σας (τα καλά της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας!)

Το βιβλίο πάντως προκάλεσε και άλλες αντιδράσεις! Υπήρξε ειδικά κάποιος ο οποίος έγινε έξαλλος με αυτό… Ας δώσουμε το λόγο στο συγγραφέα «Βρισκόμουν στο διαμέρισμα μου στο Παρίσι, ήταν 11 το βράδυ και ετοιμαζόμουν να κοιμηθώ. Το τηλέφωνο χτύπησε. Η φωνή στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν αυτή του Florian Schneider. «Le livre, c’ est de la merde» (δεν πιστεύω να θέλετε μετάφραση!). Εικάζω πάντως ότι αυτή η αντίδραση δεν θα του ήρθε σαν κεραμίδα, καθώς όταν τους έστειλε το draft του βιβλίου, ο φάκελoς του επεστράφη άθικτος, όπως ακριβώς τον έστειλε!

Πρέπει πάντως να ήταν πολύ δύσκολο το έργο του συγγραφέα, αν λάβουμε υπόψη μας τη μυστικοπαθή εμμονή των Kraftwerk. Κλεισμένοι στην απομόνωση του θρυλικού Kling-Klang studio, στη διάρκεια των 30+ χρόνων της πορείας τους, έχουν αρνηθεί απαξιωτικά προτάσεις συνεργασίας από ονόματα όπως ο Michael Jackson και ο David Bowie και προτάσεις για soundtrack από σκηνοθέτες όπως ο Fassbinder. Αγνόησαν επιδεικτικά ότι είχε σχέση με τον περίφημο «ροκ» τρόπο ζωής και το γελοίο «sex, drugs and rock n’ roll». Γύρισαν την πλάτη περιφρονητικά σε κάθε συμβατική έννοια promotion ή marketing. Έδιναν σπάνια συναυλίες (στην αρχή μάλιστα σε αντιεμπορικούς χώρους όπως γκαλερί, εκθέσεις, πανεπιστήμια), ακόμη σπανιότερα συνεντεύξεις (οι οποίες ήταν κυριολεκτικά ένα διανοητικό παιχνίδι κρυφτού και λεκτικής πρόκλησης). Αρνούνταν εξίσου προκλητικά κάθε μουσική επιρροή («Καμία… Η σιωπή» ήταν η απάντηση σε μια ανάλογη ερώτηση) και θεωρούσαν τους εαυτούς τους περισσότερο επιστήμονες εργαστηρίου παρά μουσικούς. Ήταν τελειομανείς, με σχετικά μικρή δισκογραφία 40λεπτων έργων (την ώρα που σημερινά ονόματα της electronica αμετροεπώς παραγεμίζουν δισκάκια με «μπάζα» μουσικής).

Η στάση αυτή εύκολα μπορεί να σταμπαριστεί ως ελιτίστικη ή σνομπ.. Ίσως και οι ίδιοι κάπου να αυτοεγκλωβίστηκαν στη συντήρηση αυτού του image (αυτό ήταν και η αφορμή της αποχώρησης των Bartos και Fl?r-καλύτερα, του τέλους της συνεργασίας τους, καθώς οι Kraftwerk ουσιαστικά δεν έπαψαν ποτέ να είναι το ντουέτο Ralf & Florian). Προσωπικά πάντως ο ελιτισμός, εάν βασίζεται σε πραγματικά θεμέλια και σε ουσιαστικό έργο δεν με ενοχλεί διόλου. Και εκεί που άλλοι προβλέπουν (ή νομίζουν πως προβλέπουν) το μέλλον, άλλοι το οραματίζονται και άλλοι το δημιουργούν. Οι Kraftwerk ανήκουν σίγουρα στην τελευταία προικισμένη τάξη (και το οξύμωρο της υπόθεσης είναι ότι οι Kraftwerk έδειχναν το μέλλον την ίδια εποχή που οι punks φώναζαν no future!).

Όπως και να έχει κατάφεραν, χωρίς να χρειαστεί να κουνήσουν κώλους, χωρίς να κάνουν «προκλητικές» δηλώσεις στα ΝΜΕ, και χωρίς να υιοθετήσουν καμώματα, καραγκιοζιλίκια και rock n’ roll κωλοπαιδισμό να μείνουν στην επικαιρότητα για τόσα χρόνια και να εμπνεύσουν έναν μοναδικό σεβασμό που αγγίζει τα όρια του δέους. Χαρακτηριστικό δείγμα: στη συναυλία τους στο Tribal Gathering του 97 η dance σκηνή του Detroit έκλεισε την ώρα της συναυλίας σε ένδειξη σεβασμού.

Κάπου, κάποτε είχα διαβάσει από κάποιον («ακριβέστατες» οι αναφορές μου, αλλά ο σκληρός δίσκος του μυαλού έχει ήδη αρκετά …bad sectors!) ότι το να θέλεις να γνωρίσεις έναν καλλιτέχνη του οποίου σ’ αρέσει το έργο, είναι σαν να θέλεις να γνωρίσεις τη …χήνα της οποίας το φουά-γκρα μόλις απόλαυσες! Τούτο το βιβλίο δεν πρόκειται να ικανοποιήσει όσους επιθυμούν γνωριμία με τη …χήνα, ούτε επίσης θα θρέψει την …Τατιάνα που όλοι κρύβουμε σε κάποιο βαθμό μέσα μας. Τα κουτσομπολίστικα ένστικτα μπορεί να τα ικανοποιήσει σε ένα βαθμό το βιβλίο του Wolfgang Flur «I was a robot», ο οποίος Flur αποχώρησε όχι και με τον καλύτερο τρόπο, γεγονός που εγγυάται ουκ ολίγα ιοβόλα σχόλια και πολύ πικάντικο παρασκήνιο.

Το βιβλίο του Bussy αντιθέτως καταφέρνει να κρατήσει μια ισορροπία μεταξύ της αναπόφευκτης μυθοπλασίας, των προσωπικών απόψεων και των ιστορικών δεδομένων. Είναι ουσιαστικά μια δίσκο-δίσκο καταγραφή μιας μακράς πορείας η οποία ξεκινά από την εποχή που πρωτοσυναντήθηκαν στην Ακαδημία Τεχνών του Remsheid, από το πρώτο μουσικό σχήμα που λεγόταν Organisation (οι OMD τους τίμησαν δίνοντας τον τίτλο αυτό σε δίσκο τους), από τότε που ακόμη δεν ξεχώριζαν από τον υπόλοιπο kraut-rock σωρό, και που τα κομμάτια τους χαρακτηρίζονταν από έναν ελευθεριάζοντα πειραματισμό με προεξάρχοντα τον ήχο του …φλάουτου! Παρακολουθεί στη συνέχεια το επίμονο κτίσιμο του μουσικού τους οράματος για την ενοποίηση ανθρώπου και μηχανής, για τη χρήση του studio ως μουσικού οργάνου και για την καλλιέργεια μιας Ευρωπαϊκής μοντέρνας μουσικής ταυτότητας βασισμένης σε ένα μίγμα φουτουρισμού και ρετρό αξιών. Αποκαλύπτει την απροσδόκητη επίδραση των …Beach Boys και τον σεβασμό που έτρεφαν για τον Iggy και τους Stooges αλλά και τους Ramones (!) καθώς και λεπτομέρειες όπως το πως διάλεξαν το όνομα τους, το οποίο παραλίγο να ήταν …Dynamo (επιρροή από τις παλιές ανατολικές ποδοσφαιρικές ομάδες). Διαφωτίζει τις πολιτικές αμφισημίες τους (υποστήριξη ή όχι της ραδιενέργειας στο «Radioactivity», το κονστρουκτιβιστικό εξώφυλλο του «Man Machine», οι οικολογικές αναφορές) και διερευνά τη μεγάλη επίδραση τoυς στη μαύρη μουσική.

Γενικά πρόκειται για ένα αξιοδιάβαστο βιβλίο. Και όχι μόνο για ιστορικούς λόγους. Άλλωστε το μέλλον των Kraftwerk είναι ακόμη ανοιχτό. Της μουσικής τους πάντως σίγουρα είναι. Musique non stop…

1η δημοσίευση: http://www.mic.gr

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε