Mechanimal – Secret Science (Inner Ear)

mechanimal
1. Kindergarten
2. Sehnsucht
3. Cut communications
4. Secret science
5. We come alive
6. The Den
7. Ode to Europe
8. Always drifting
9. Songs to the Sirens
10. Down in the basement

Πέρασαν ήδη δύο χρόνια από τον ντεμπούτο δίσκο των Mechanimal, έναν δίσκο ο οποίος γνώρισε τότε μια πάνδημη και ομόθυμη αποδοχή (βάλτε κι εμένα μέσα), ένα φαινόμενο το οποίο παρά την εγγενή αναξιοπιστία της αλληλοδιαπλεκόμενης ελληνικής μουσικοκριτικής δεν είναι και τόσο συχνό. Ναι, έχω επίγνωση ότι ασχολούμαι τώρα με κάτι το δευτερογενές (όπως είναι η κριτική γενικότερα), εν προκειμένω όμως φρονώ ότι με αφορμή τη δεύτερη αυτή κυκλοφορία, εάν τεθούν κάποια κρίσιμα ερωτήματα, μπορούμε να φτάσουμε και σε κάποια συμπεράσματα, έστω και από έναν έμμεσο δρόμο.

Οι συστάσεις πρώτα, έχουν γαρ τη σημασία τους. Οι Mechanimal αποτελούνται από τον Freddie Faulkenberry στα φωνητικά, τον Κώστα Ματιάτο -ο οποίος αντικατέστησε τον Τάσο Νικογιάννη- στις κιθάρες, την Αγγελική Βρεττού στα visuals και τον Γιάννη Παπαϊωάννου, τον ουσιαστικό συνθετικό νου του σχήματος. Ο οποίος Παπαϊωάννου διόλου τυχαία είναι από τους λίγους δημιουργικά επιβιώσαντες «εκδρομείς» του ογδόντα (μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού είναι), από εκείνους που συνέχισαν χωρίς χάσματα την πορεία τους μέχρι το Σήμερα, χωρίς μάλιστα να αισθανθούν την ανάγκη να πουλήσουν στις νεότερες γενιές τον νοσταλγικό μύθο ενός ηρωικού (και κατ’ ουσία) ανύπαρκτου Χθες. Η συνέχεια και η συνέπεια υπήρξε ανέκαθεν ένα ζητούμενο στον χώρο μας…

Οι δίσκοι των Mechanimal (μ’ αρέσει να τους αντιμετωπίζω σαν αισθητική ενότητα) συνιστούν επιτομές. Και αποστάξεις και συμπυκνώσεις μιας ολάκερης πορείας. Όχι μόνο της προσωπικής του Παπαϊωάννου, κι ας ανακαλύπτουμε στους δίσκους ψήγματα από κάθε ένα από τα σχήματα της διαδρομής του, από τους απελπισμένα σκοτεινούς Rehearsed Dreams έως το techno του ΙΟΝ. Αν μείνουμε στο προσωπικό επίπεδο, οι δίσκοι μπορεί να ακουστούν σαν μια απολογιστική αυτοβιογραφική κορύφωση, η οποία χωρίς να αναιρεί τίποτε από όσα προηγήθηκαν, τα συνοψίζει σε ένα έργο ώριμης αισθητικής πληρότητας. Προτιμώ όμως να εστιάσω στην ευρύτερη εικόνα. Γιατί οι Mechanimal κατά βάση συνοψίζουν στους δίσκους τους ολάκερη την πορεία αυτού που ονομάζουμε «ελληνική underground σκηνή», από τη δεκαετία του ’80 μέχρι σήμερα. Όπως το είπαμε, επιτομή. Στα αυλάκια τους (αν έχετε πάρει την βινυλιακή έκδοση) συναντάμε όλη την σκοτεινιά και την καταχνιά των 80s, ήχοι και εικόνες αναδύονται στο μυαλό μας, σαν να περνά σε καθρέφτη η ζωή όλων ημών που ανδρωθήκαμε και γαλουχηθήκαμε στις σκοτεινές γωνιές της ελληνικής σκηνής, η οποία υπήρχε εκεί, στη μικρή απαρατήρητη γωνιά της, μια ιστορική ανορθογραφία στον αλέγκρο μεσογειακό ελληνικό χαρακτήρα, βγάζοντας τη γλώσσα στα …μετεωρολογικά στερεότυπα και στο «αντι-μίζερο» lifestyle. Τώρα με την κρίση αισθανόμαστε δικαιωμένοι θα μου πείτε; Όχι, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, ας μην ξεστρατίσουμε.

Το «μηχανικό τέρας» των Mechanimal λοιπόν τρέφεται από το σκοτεινό post-punk αλλά και την βαριά ηλεκτρονική του πτέρυγα, το industrial των εγκαταλελειμμένων βιομηχανιών του Σέφιλντ των Cabaret Voltaire και τις μαύρες γιορτές των Depeche, κομμάτια όπως το «Secret science» μοιάζουν να γεννήθηκαν εκεί στον χώρο όπου συναντήθηκαν τότε οι τεκτονικές πλάκες του ροκ και της electronica. Μαζί έχει χωνέψει και ήχους των 90s, το καταθλιπτικό σκυμμένο shoegaze, την σπουδή στην επαναληπτικότητα του techno αλλά και του post-rock. Και φυσικά έναν από τους ήχους της εποχής της σημερινής, το krautrock των …70s, το οποίο σαν να ζει μια δεύτερη επικαιροποιημένη ζωή στις μέρες μας. Προσοχή πάντως, ο όρος ας χρησιμοποιηθεί με τη στενότατή του έννοια, όπου krautrock διάβαζε motorik, άρα Neu! Ή μήπως να πω καλύτερα το …πανκ των Neu!, όπως το είδαν (ή και το διαμόρφωσαν) σε συνθέσεις όπως το «Hero», το σπουδαιότερο (αν κρίνουμε από την μετέπειτα επίδραση) κομμάτι τους;

Για την απαραίτητη αποφυγή παρεξηγήσεων. Δεν έχουμε να κάνουμε με μουσική κακοχωνεμένων δισκοθηκών, εκεί όπου οι επιρροές γίνονται πιο σημαντικές από το έργο αυτό καθαυτό. Εδώ οι επιρροές είναι αφομοιωμένες, βιωμένες, ακόμη και τα στερεότυπα οι Mechanimal έχουν το ταλέντο και την εμπεδωμένη από την εμπειρία ικανότητα να τα συνθέσουν σε μια άρτια οργανική ενότητα. Η οποία κατοχυρώνει μεν τα αισθητικώς κατακτημένα του πρώτου δίσκου αλλά τα εξελίσσει συγχρόνως, εκεί που υπήρχαν περισσότερο φόρμες και …ατμόσφαιρες (sic) τώρα τα κομμάτια πατάνε πολύ καλύτερα σε σαφείς μελωδικές γραμμές οι οποίες μπορεί να λειτουργήσουν ως πυρήνες μνήμης (άκου π.χ. το «Ode to Europe», μια ωδή στην Ευρώπη, την σκοτεινή -κατά Μαζάουερ- ήπειρο μας, και την προϊούσα παρακμή της).

Οι παραμορφωμένες κιθάρες και τα μονοφωνικά σύνθια υπηρετούν την καλλιέργεια ενός αισθήματος αποξένωσης, όπως και η σαρδόνια φωνή του Freddie F., η οποία μπορεί τεχνικά να μην στέκεται στέρεη στα τραγουδιστικά μέρη, στην απαγγελία όμως η βαριά της χροιά κουμπώνει με το όλο κλίμα και τους εκφερόμενους στίχους. Ένα κλίμα δυσοίωνο, δυστοπικό, χρησιμοποιείστε όποιο πρόθημα δυσ- θέλετε (ναι, μπορείτε να το πείτε και καφκικό!). Είναι ξεκάθαρη η πρόθεση του δίσκου να σχολιάσει το πολιτικό πεδίο, πέρα από αγανακτισμένα μανιφέστα και λαϊκίστικες θρηνωδίες, συνομιλώντας με την τοπογραφία, συνδιαλεγόμενος με την γεωγραφία, την οποία μεταμορφώνει και την αναμορφώνει σε ήχους. Το «Secret Science» είναι ένας δίσκος ο οποίος ακούγεται με ακουστικά στους δρόμους της metropolis, δεν είναι κλειστοφοβικός, είναι δίσκος των αστικών εξωτερικών χώρων και του κυβερνοχώρου, με τον οποίο είμαστε πλέον όλοι αδιάκοπα συνδεδεμένοι. Οι δε σειρήνες (στο λεκτικό παιχνίδι με το αγαπημένο άσμα του Tim Buckley) δεν είναι οι γοητευτικές και επικίνδυνες γυναίκες οι οποίες προσπαθούσαν να αποπλανήσουν τον Οδυσσέα, είναι οι σειρήνες των περιπολικών και των ασθενοφόρων, οι σειρήνες του επείγοντος, αυτές οι οποίες ορίζουν το αδιάφορο αστικό τοπίο, κάποιον κυνηγάνε, κάποιος έχει ανάγκη, κάποιος πεθαίνει δίπλα σου, εσύ είσαι φρακαρισμένος στο μποτιλιάρισμα, κουρασμένος και αγχωμένος από τη δουλειά, η δική σου έγνοια είναι να φτάσεις στο σπίτι… Και ίσως και να βάλεις το «Secret science» στο πικάπ…

Δεν ξέρω τώρα εάν διακρίνατε σε όλα τα παραπάνω τα ερωτήματα που υπονόησα στην εισαγωγή. Το προφανές «γιατί μας άρεσε» νομίζω απαντήθηκε επαρκώς. Τίθενται όμως και άλλα, πιο υποδόρια αλλά ίσως πιο καίρια. Και τώρα τι; Τι μένει από αυτή την «πάνδημη και ομόθυμη αποδοχή» έξω από τον δικό μας περίκλειστο μικρόκοσμο; Ένας ακόμη αποθεωμένος «μεταξύ μας» δίσκος για την κοινότητα; Και αν ναι, φταίει μόνο το φράγμα του στίχου; (αν και πραγματικά σκέφτομαι πόσο πολύ πιο εμπλουτιστικά ωφέλιμος θα ήταν ένας τέτοιος δίσκος με ελληνικό στίχο). Το ζητούμενο φρονώ από τους πολύ καλούς εγχώριους δίσκους δεν είναι το νέο και το πρωτοποριακό και το ριζοσπαστικό, αλλά η αποκατάσταση γεφυριών επαφής με το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Για είδη τα οποία δεν έχουν ακόμη βγάλει ρίζες πόσο νόημα έχει το ριζο-σπαστικό;

Γιατί εν τέλει είναι ένας καλός δίσκος το «Secret Science». Ίσως όχι εξ-αιρετικός (επίθετο το οποίο πλέον χρησιμοποιείται ωσάν το πιπέρι στα λάχανα), αντιθέτως όμως, με έναν δικό του τρόπο, οριακός. Όπως οριακές είναι όλες οι επιτομές. Και επειδή (και) αυτός ο όρος χρησιμοποιείται από το σινάφι με μια κάποια αόριστη ελευθεριότητα, ας τον κάνουμε λιανά: οριακός, αυτός που θέτει και ορίζει όρια, limes που λέγανε και οι Ρωμαίοι και τον πέρασαν έτσι και στα μαθηματικά. Όρια τα οποία μπορείς να προσεγγίσεις, αλλά όχι να ξεπεράσεις. Και αυτός ακριβώς είναι και ο περιορισμός του δίσκου. Το όριο ορίζει και περι-ορίζει ταυτόχρονα έναν χώρο. Υπάρχει συνέχεια έξω από αυτό το όριο; Μια κάποια υπέρβασή του; Σε τούτο το ερώτημα δεν έχει απάντηση το «Secret science». Ούτε κι εγώ φυσικά…

31/10/2014

7.5

 

1η δημοσίευση: http://www.mic.gr

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε