Συλλογή – Into the Light (Into the Light)

Image
1. Akis – Into the light
2. Lena Platonos – A physical exercise unresolved
3. George Theodorakis – No Name
4. 141 G – What you gonna do (12-inch Dub Version)
5. Syndrome – Roots (12-inch Extended Version)
6. Vangelis Katsoulis – Improvisation
7. George Theodorakis – Stou
8. Dimitris Petsetakis – Clearance Part I + II
9. Stavros Logarides – Snif Snif (Instrumental)
10. Dimitris Papadimitriou – John and George and Eve
11. Michalis Rakintzis – Arrest
12. Akis – Space, time and beyond
 

Ξεφυλλίζοντας πρόσφατα κάποιες ψυχιατρικές πραγματείες το μάτι μου έπεσε σε δύο όρους οι οποίοι περιέγραφαν κάποιες παθολογικές καταστάσεις της μνήμης μάλλον ασυνήθιστες: υπερθυμητικό σύνδρομο και υπερμνησία. Κι αν η πιο οικεία μας αμνησία φαντάζει χειρότερη, για σκεφτείτε το καλύτερα. Γιατί ο άνθρωπος για να προχωρήσει στη ζωή του έχει ζωτική ανάγκη να ξεφορτώνει το βάρος των εμπειριών, των βιωμάτων, των σκέψεων του, όπως ακριβώς κάνουν τα καράβια με το έρμα (τη σαβούρα δηλαδή). Όπως κι αν επιτυγχάνεται αυτό, συνειδητά ή ασυνείδητα, όλοι μας έχουμε ανάγκη από έναν τέτοιο μηχανισμό αυτοπροστασίας. Όχι μόνο σαν άτομα αλλά και σαν σύνολα. Η ιστορική μνήμη (στον τόπο μας αναγορευμένη σε τοτέμ) δεν είναι πάντοτε μια σώφρονα επιλογή, είναι φορές όπου η επιλεκτική μνήμη (ή αμνησία αν προτιμάτε) ή και η λήθη ακόμη είναι πολύ πιο ευκταίες έως και αναγκαίες . Δεν λέει τυχαία «περασμένα ξεχασμένα» ο (όχι πάντοτε) σοφός λαός.

Για αιώνες πάντως τα μόνα όπλα προάσπισης της μνήμης απέναντι στις αδιάκριτες μυλόπετρες της λησμονιάς ήταν η προφορική παράδοση και οι ελίτ της θρησκευτικής εξουσίας που συντηρούσαν τη γνώση σε περίκλειστες βιβλιοθήκες (θυμάστε το Όνομα του Ρόδου;). Και είναι ίσως και ενοχλητική η σκέψη ότι το τεράστιο ποσοστό των ανθρώπινων δημιουργημάτων έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Δικαίως; Αδίκως; Ο χρόνος στην αμείλικτη ροή του δεν αναγνωρίζει τέτοιες ανθρωποκεντρικές έννοιες.

Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της νεωτερικής μας εποχής είναι ακριβώς η καταπάτηση αυτού του «δικαιώματος» στη λήθη. Γιατί μπορεί ο ανθρώπινος εγκέφαλος με τους θνητούς του περιορισμούς και την ευπαθή του δομή να έχει πεπερασμένη ικανότητα αποθήκευσης, έχει όμως πλέον στη διάθεσή του ένα σωρό μνημονικά υποβοηθήματα. Φωτογραφικές μηχανές, κάμερες, μαγνητοταινίες, οπτικοί δίσκοι, συσκευές που κρατάνε σε μια στοιχειωμένη «οντολογική» (κατά το hauntology) μετα-ζωή φαντάσματα, σκιές, κειμήλια (πολύ Metro Decay έχω ακούσει) από το παρελθόν, μετατρέποντας το σε ατελείωτες αλληλουχίες 0 και 1 με δυνατότητα …αιώνιας συντήρησης.

Το φαινόμενο αυτό το βιώνουμε εσχάτως έντονο και στο χώρο της μουσικής. Διάφοροι σκαπανείς, τολμηροί ερευνητές με μπόλικο μεράκι, εμμονή και κάτι από τον πυρετό εκείνο που καθοδηγούσε τους πρώτους χρυσοθήρες, έχουν βαλθεί να μην αφήσουν καμία γωνιά του παρελθόντος αξεσκόνιστη, σε ένα κυνήγι του πιο άγνωστου ξεχασμένου δημιουργήματος. Μόνον που τα διαμάντια (ή διαμαντάκια) εκτός από παντοτινά είναι και σπάνια (και ως γνωστόν ελάχιστα διαφέρουν χημικά από τον κοινό άνθρακα). Και οι ανασκαφές δεν φέρνουν κατά κανόνα στο φως χαμένα αριστουργήματα. Φαντάζομαι στα μουσεία του έτους 2525 να εκτίθενται με υπερηφάνεια …κονσέρβες, πλαστικά δοχεία και άλλα τέτοια κατάλοιπα της σύγχρονης ζωής μας.

Με μια πολύ πρόχειρη ματιά εντοπίζω στον σκληρό μου δίσκο τίτλους όπως «Ιndonesian Hard, Psychedelic, Progressive Rock & Funk 1970-1978», «Thai Beat A Go Go», «Ρangarang-Prerevolutionary Iranian Pop» και δεν συμμαζεύεται. Επίθετα όπως obscure, lost, rare, extra rare, super extra ultra rare δίνουν και παίρνουν, δολώματα μπας και τσιμπήσει καμία συλλέκτρια συναγρίδα διατεθειμένη να πληρώσει την αυταξία του σπάνιου. Πολλές συλλογές εξ αυτών μάλιστα ακούγονται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, ειδικά από τη σκοπιά της γεωγραφικής εξάπλωσης ήχων και ειδών και κυρίως του τοπικού τρόπου πρόσληψης τους.

Σε τούτο το γενικότερο πλαίσιο μπορούμε να εντάξουμε και αυτό τον διπλό δίσκο, του οποίου ο τίτλος αποτυπώνει λίαν εύγλωττα το περιεχόμενο (μεταξύ μας, για τα ξένα αυτιά ο όρος «greek electronic music» λέτε να ακούγεται λιγότερο εξωτικός από το ινδονησιακό progressive;). Οι ερανιστές Ηλίας Πίτσιος (της Echovolt Records) και Tako Reyenga (Red Light Records) συγκέντρωσαν κάτω από αυτή τη σκέπη μια πλειάδα πολύ διαφορετικών, τόσο σε αισθητική όσο και σε ειδικό βάρος, μουσικών (αποφεύγουμε τον όρο «σκηνή» γιατί ποτέ δεν υπήρξε κάτι τέτοιο).

Η συλλογή έχει κυκλοφορήσει σε 600 αντίτυπα, τα οποία είμαι βέβαιος ότι θα εξαντληθούν (αν δεν έχουν ήδη), μιας που έχει βρει παγκόσμια διανομή και έχει έτσι ανοιχτεί σε ένα target group το οποίο υπερβαίνει κατά πολύ τα σύνορα. Υπάρχουν μάλιστα αρκετές κριτικές και παρουσιάσεις της σε ξένα μέσα (έχει ενδιαφέρον το πως την συνδέουν με ότι γνωρίζει ο εκάστοτε συντάκτης για την Ελλάδα: την κρίση, τον Λάνθιμο, τον Ζορμπά). Είπαμε, το πνεύμα της εποχής…

Όπως όλες οι ανθολογήσεις αυτού του τύπου, και η «»Into the light έχει το ενδιαφέρον, την ίντριγκα της και τις εξ ορισμού ανισότητες. Ξεχωρίζουν σαφώς τα ονόματα της Λένας Πλάτωνος και του Σταύρου Λογαρίδη. «Μια άσκηση φυσικής άλυτη» (έχω διφορούμενη γνώμη για το γεγονός ότι ο τίτλος εμφανίζεται μεταφρασμένος) από το σπουδαίο «Γκάλοπ» (υποθέτω οι ξένοι μπορεί να το κατατάξουν και σαν …minimal wave) συνιστά την εύστοχη εκπροσώπηση της Πλάτωνος. Και με την ευκαιρία ας αποκαταστήσουμε κάποια πράγματα: παραμερίζοντας τις ακατάσχετες κολακείες που την θέλουν πρωτοπόρα-ιέρεια της ηλεκτρονικής στην Ελλάδα, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι υπήρξε η σημαντικότερη. Κι ας μην ήταν η πρώτη. Γιατί σε αυτή παραπέμπουν αναφορικά οι επόμενες γενιές και είναι αυτή που διαμόρφωσε ένα ρεύμα αισθητικής το οποίο φτάνει ως το σήμερα.

Από την άλλη, για τον Λογαρίδη, αποτιμώντας την όλη του πορεία θα μπορούσαμε να πούμε ότι αδίκησε τον εαυτό του. Έμπλεξε και σε εκείνη τη δικαστική διαμάχη με τον Παπαθανασίου για το «Chariots of fire» (όσο κι αν δεν …σχολιάζουμε αποφάσεις της δικαιοσύνης, προσωπικά μου μοιάζει εύλογη η κατηγορία του επηρεασμού – ασχέτως εάν τέτοια ζητήματα φρονώ ότι δεν έχουν καμία θέση στις αίθουσες των δικαστηρίων). Εδώ επιλέγεται ένα κομμάτι από τον φερώνυμο δίσκο του 1978, το progressive-electro «Σνιφ Σνιφ» το οποίο στους γαλουχηθέντες τη δεκαετία του ’80 θα ξυπνήσει σίγουρα καταχωνιασμένες αναμνήσεις καθώς ήταν το θέμα από την μουσική εκπομπή «Μουσικόραμα» (ιδέα: δεν θα είχε άραγε ενδιαφέρον μια συλλογή από θέματα εκπομπών των καιρών εκείνων, πολλά εκ των οποίων ήταν και σπουδαίες ηλεκτρονικές μινιατούρες, σαν τον «Μεθοριακό Σταθμό», τον «Θησαυρό της Βαγίας» ακόμη και την «Αθλητική Κυριακή»;).

Δύο δημιουργίες του Akis (Δαούτη) εγκλείουν σαν αγκύλες τον δίσκο (αυτή η οποία δίνει και το όνομα στη συλλογή είναι ένα πολύ ξεχωριστό κομμάτι που φλερτάρει -χωρίς να υποκύπτει- με την new age). Δύο κομμάτια επιλέγονται και από την «Μάργκω» του υιού Θεοδωράκη, ενός μουσικού ο οποίος αν μη τι άλλο πάλεψε υπό το ασήκωτο βάρος της γενετικής του κληρονομιάς, έβγαλε κάποιους αξιοπρόσεκτους δίσκους (να θυμηθούμε και το «Σήμα») με αυτί ανοιχτό σε ακούσματα ενός πλατιού εύρους που έπιανε από τον Jean-Michel Jarre και έφτανε στην ambient του Eno.

Από εκεί και πέρα έχουμε έναν σύντομο αυτοσχεδιασμό του γνωστότερου από τον χώρο της τζαζ Βαγγέλη Κατσούλη, τον μη εξαιρετέο Χαριτοδιπλωμένο (ως 141 G) σε μια μάλλον επίπεδη italo-disco σύνθεση, μια τετριμμένη για τότε δεδομένα απόπειρα του Μιχάλη Ρακιντζή από το (πλατινένιο παρακαλώ) soundtrack της ταινίας «Ισόβια», τον Δημήτρη Παπαδημητρίου από το soundtrack της ταινίας Ρεβάνς, τον Δημήτρη Πετσετάκη με εμφανή χαρακτηρολογικό επηρεασμό από την musique concrete και τους Σύνδρομο σε μια κάπως φλύαρη ανάπτυξη των φανκ ριζών τους.

Τελικά ανακύπτει και ένα ενδιαφέρον ερώτημα. Η κυκλοφορία αυτή θέτει κάποιο ζήτημα αποκατάστασης; Κοντολογίς, μπορεί να επανακαθορίσει την ιστορία, να επηρεάσει δηλαδή το παρόν; Προσωπικά δεν το πιστεύω. Όχι επειδή τα 30 χρόνια είναι ένα ικανό διάστημα για να αποφανθούμε, στην ιστορία πολλές μουσικές έχουν αναδειχθεί με πολύ μεγαλύτερη χρονοκαθυστέρηση (η ιστορία άλλωστε δεν είναι κατά βάση μια δημιουργική επανεφεύρεση του παρελθόντος;) Παρατηρώντας όμως την πορεία όχι μόνο των εκπροσωπούμενων στη συλλογή αυτή αλλά και άλλων ομοϊδεατών και συνοδοιπόρων τους, με την εξαίρεση περιπτώσεων μετρημένων στα δάχτυλα ξυλουργού οι περισσότεροι δεν επέδειξαν καμία διαχρονική συνέχεια/συνέπεια. Άλλοι εγκατέλειψαν εντελώς τον δημιουργικό χώρο, άλλοι ακολούθησαν άλλους δρόμους και οι ηλεκτρονικές τους αναζητήσεις παρέμειναν μετέωρες, στέρφες, σαν μια παρέκκλιση ή ιδιότυπη curiosite στο όλο έργο τους. Χωρίς αυτή η παρατήρηση να αναιρεί ασφαλώς την ιστοριοδιφική αξία της συλλογής, αποδεικνύει μολοταύτα για άλλη μία φορά ότι ποτέ δεν ήταν εύκολα τα πράγματα για την ηλεκτρονική μουσική στην Ελλάδα…

7.5

 1η δημοσίευση: http://www.mic.gr

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχολιάστε