Τα καλύτερα «αγγλόφωνα» του ελληνικού ροκ – 11 δίσκοι, 11 τραγούδια

The happy few…
του Αντώνη Ξαγά

Libido BlumeΤι είναι η ελληνική μουσική; (ας ακολουθήσουμε το διάσημο ποίημα του Πολέμη που μαθαίναμε στο δημοτικό!) Μην είναι τα τουρκοτσιφτετέλια της λαίδης Άντζυ; Μην είναι τα έντεχνα αποενοχοποιημένα τσιφτετέλια της Τσαλιγοπούλου; Μην είναι το δυτικόφρον ροκ των Τρυπών και των Σπαθιών; Μην είναι το δημοτικό ροκ των Εν Πλω; Μην είναι τα επίσης τουρκογενή μπουζούκια των ταβερνών; Τα ινδο-λαϊκά του Καζαντζίδη; Μην είναι τα κλαρίνα των πανηγυριών; Μην είναι τα ορατόρια του Θεοδωράκη και οι κλασικές μελωδίες του Χατδιδάκι; Και μην είναι τάχατε το garage των Last Drive, η pop των Raining Pleasure, το gothic των South of No North; Όλα ελληνική μουσική είναι! «Κι αυτά κι εκείνα, και κάτι που ‘χουμε μες την καρδιά…». Γιατί η μουσική είναι στην ουσία της μια υπερ-γλώσσα. Και γιατί ειδικά ο ελληνικός πολιτισμός, όταν κάποτε μεγαλούργησε, το έκανε όταν ήταν πρώτα απ’ όλα οικουμενικός και ανοιχτός στα ερεθίσματα και όχι όταν ήταν (είναι δηλαδή) ομφαλοσκοπικός, φοβικός και αυτιστικός.

Γνωρίζω ότι πολλοί δεν συμμερίζονται διόλου αυτή την άποψη! Παλιότερα οι μπάντες και οι μουσικοί που διάλεγαν μια ξένη γλώσσα (και δη τα αγγλικά, τη σύγχρονη lingua franca) για να εκφράσουν τα όνειρα και τα πάθη τους αντιμετωπίζονταν σχεδόν ως προδότες του περιβόητου «καλού ελληνικού τραγουδιού» (λες και το τραγούδι είναι φέτα ή γραβιέρα -η οποία ειρήσθω εν παρόδω δεν είναι καν …ελληνική!). «Ανθυπομοίραρχους των Άγγλων» τους χαρακτηρίζει ο Νταλούκας στο βιβλίο του για το ελληνικό ροκ! Κατά τ’ άλλα «ανήκομεν εις την Δύσιν» την οποία αγαπάμε να μισούμε και να αντιγράφουμε συγχρόνως (τι λέτε γιατρέ;). Το Ελληνικό παράλογο;

Το χρωστάγαμε λοιπόν αυτό το αφιέρωμα σε αυτές τις μπάντες και τους μουσικούς. Για τους μουσικούς που είχαν και έχουν το μεράκι και τη σχεδόν ρομαντική αφέλεια και άγνοια κινδύνου να δημιουργούν στο αφιλόξενο περιβάλλον που λέγεται ελληνική «ροκ» σκηνή και σε αυτή την μπουζουκοκατεχόμενη χώρα. Για τους μουσικούς που είχαν το μεράκι, το πάθος, την προσωπική τρέλα, τον ερασιτεχνισμό (με την καλή και την κακή έννοια συγχρόνως) και αντιμετώπισαν άθλιες συνθήκες ηχογράφησης, ανύπαρκτες έως υπονομευτικές παραγωγές, βρώμικους ….αποθηκευτικούς, ε συγγνώμη, συναυλιακούς χώρους, επιτήδειους και «take the money and run» εταιρειάρχες… Και πάνω απ’ όλα ένα ανύπαρκτο κοινό! Πέραν από έναν μικρόκοσμο 10-20.000 ατόμων, πόσους νομίζετε ότι ενδιαφέρουν οι μουσικές αυτές; Χαρακτηριστικό είναι ότι τους περισσότερους δίσκους από αυτούς που διαβάσετε στο αφιέρωμα δεν θα τους βρείτε ούτε στα ….καλά καταστήματα δίσκων (που λέγανε παλιά οι διαφημίσεις). Και γι’ αυτό δεν φταίνε οι «κακές» εταιρείες! Για ποιο κοινό λοιπόν μιλάμε; Όσο για τις διεθνείς καριέρες μπροστά σε μετανάστες φοιτητές, δεν χρειάζεται να πούμε τίποτε. Άλλωστε τί εξάγει τούτο το μεταπρατικό κράτος, για να εξάγει και μουσική; Κι ας λένε οι πολιτικάντηδες ότι ο πολιτισμός είναι η βαριά βιομηχανία της χώρας…
Lacrimae ChristiΤα τελευταία χρόνια έχουν βελτιωθεί ασφαλώς πολύ τα πράγματα. Μια έκρηξη δημιουργικότητας παρατηρείται, προϊόν και του «εκδημοκρατισμού» των μέσων παραγωγής μουσικής. Παρόλα αυτά λίγοι είναι οι πραγματικά σημαντικοί και εμβληματικοί πρόσφατοι δίσκοι. Και δεν είναι μόνο ότι δεν έχει μεσολαβήσει η απαραίτητη χρονική απόσταση ώστε να αναδειχθούν. Στην εποχή του myspace, του mp3 και των προσιτών μέσων μήπως είναι η μεγάλη ποσότητα που μέσα της πνίγεται η ποιότητα; Αποφεύγοντας τον ύφαλο της εξιδανίκευσης του παρελθόντος, μπορούμε να πούμε ότι τα παλιότερα χρόνια οι μπάντες ήταν (εξ ανάγκης ασφαλώς!) πολύ πιο επιλεκτικές στο υλικό που θα κυκλοφορούσαν. Σήμερα αντιθέτως δύσκολα συναντάς δίσκο κάτω από 60 λεπτά, ενώ όλο και πιο συχνά εμφανίζονται πληθωρικοί διπλοί (!) δίσκοι. Πάντως το σίγουρο είναι ότι ζούμε σε μια μεταβατική περίοδο (αν και κάθε περίοδος είναι «μεταβατική (αν με εννοείτε) και λίγο συγχυσμένη, χωρίς κυρίαρχα κινήματα και ρεύματα αλλά με πολλές υπο-κουλτούρες… Και ευελπιστώ (ή μάλλον είμαι σίγουρος) ότι τα καλύτερα δεν έχουν έρθει ακόμη! Το μέλλον όμως τροφοδοτείται από το παρελθόν… Ας πάμε λοιπόν για ένα μικρό ταξίδι στον ιστορικό χάρτη της ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ μουσικής. Και σ’ όποιους αρέσουμ(ν)ε…

11 ΔΙΣΚΟΙ

1. Libido Blume – Colours melting (1985)
Νοσταλγική διαδρομή με τέρμα τα γυμνασιακά χρόνια… Θυμάμαι είχα έναν φίλο πρωτευουσιάνο που ερχόταν Τρίπολη κάθε διακοπές φορτωμένος κασέτες τις οποίες περίμενα όπως οι ιθαγενείς περίμεναν τα καθρεφτάκια και τις χάντρες των αποίκων! Από μια τέτοια κασέτα γνώρισα τους Libido Blume. Τους ξεχώρισα για το ευφάνταστο όνομα, τα …διεγερτικά για τη λίμπιντο εξώφυλλα (ειδικά αυτό του «Liquid situation»), τον απλοϊκό πλην όμως εθιστικό ρυθμό του ομώνυμου κομματιού, τη new wave παραφορά του «In my room», το προσωπικό αγαπημένο «They steal hearts»… Τι εποχές! Και ακούγαμε μετά εμείς τα επαρχιωτόπουλα για live στο Εναλλάξ, στη Γκράβα, στο Αν, και μας φάνταζαν μυθικά (γρήγορα, φευ, ήρθε η απομυθοποίηση). Δίσκος που προκαλεί κατολίσθηση αναμνήσεων… Δικαιωματικά καταλαμβάνει την πρώτη θέση!

2. Ding An Sich -The wanderer and his shadow (1995)
Καντ, Πόε, Άννα Συνοδινού και Ορέστης, Νίτσε, Hawking, Ηράκλειτος… Εύκολα θα είχε ξεπέσει σε εκκεντρικό ντεμέκ διανοουμενισμό και βαρεμάρα. Οι Ding An Sich, βαφτισμένοι από φιλοσοφικό όρο του Καντ, ξεπερνώντας το βαρύ γοτθικό τους ιστορικό, αναζήτησαν τη μουσική τους ταυτότητα κάπου ανάμεσα στους This Mortal Coil, τους Kraftwerk και τους In The Nursery. Οι οποίοι έχουν σπαταλήσει τόσο βινύλιο, αλλά τραγούδι σαν το «Fire and roses» δεν έχουν καταφέρει να γράψουν…

3. South of No North – Lacrimae Christi (1985)
Παρόλη την κακή παραγωγή (σήμα κατατεθέν της Creep), τις τεχνικές δυσκολίες, τα κακά αγγλικά (που δίνουν όμως στο άκουσμα μια συγκινητική οικειότητα-τότε, ακόμη και οι καθηγητές μας στα φροντιστήρια αγγλικών μιλούσαν έτσι!), ο πρώτος δίσκος των South of No North έχει τεράστια συναισθηματική δύναμη. Ο κόσμος των South of No North είναι ένας κόσμος δυστοπικός, σκοτεινός, απελπισμένος, δραματικός… Και το φάντασμα του Ian πανταχού παρόν…

4. Common Sense – Sun comes up (1995)
Εδώ μέσα υπάρχουν τραγούδια που κάλλιστα θα μπορούσαν να σταθούν στο πρώτο παγανιστικό LP των Dead Can Dance («Draft»), τραγούδια που ποτέ δεν κατάφεραν να γράψουν μπάντες όπως οι All About Eve («Musica»), indie χιτάκια που ξεφεύγουν από τα τετριμμένα και βαρετά («16 ways to kill the master») και όλα αυτά τυλιγμένα σε ένα υπέροχο εξώφυλλο (πίνακας του George Grosz). Τι άλλο θέλετε;

5. Sigmatropic – Random walk (1998)
Όταν στο τρίτο έτος του Χημικού στην Οργανική IV με παίδευαν οι σιγματροπικές αντιδράσεις, ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα αποτελούσαν έμπνευση για το όνομα μιας από τις ιδιαίτερες σύγχρονες ελληνικές μπάντες. Στον δίσκο αυτό βέβαια η μπάντα είναι μόνο ο Άκης Μπογιατζής (ναι, των Libido Blume) και το PC του. Δίσκος μεστός, πολυποίκιλος, και πληθωρικός, συμβατικά αντισυμβατικός, έχει και τα χιτάκια του, έχει και τα πιο απαιτητικά κομμάτια. Η συνέχεια θα βρει τους Sigmatropic σε εξίσου δημιουργικές αλλά λιγότερο καινοτόμες αναζητήσεις…

6. Anti Troppau Council – A way out (1987)
Αίσθηση χειροποίητου, ωμός ακατέργαστος ήχος χωρίς πλουμίδια, φωνή που έχει κάτι το αρχέγονο και σπαρακτικό, μια ενέργεια ξοδεμένης νιότης, φλογερές κιθάρες (από τον Γιάννη Ντρενογιάννη, το γνωστό σήμερα δημοσιογράφο ταξιδιών) συνθέτουν έναν δίσκο ο οποίος ακούγεται με το volume στο τέρμα… Έναν δίσκο-σταθμό. Και για τους ίδιους! Σταθμός τέλους όμως…
Yell o Yell7. Yell-O-Yell – Hello Hell (1984)
Ο νεκρός δεδικαίωται… Και όχι μόνο! Εξιδανικεύεται.. Μυθοποιείται… Ειδικά όσοι συνάντησαν το θάνατο νέοι! Είναι αυτό το ανοιχτό και αναπάντητο «τι θα μπορούσε να είχε γίνει…» Ποιος ξέρει… Κανείς ποτέ δεν θα μάθει! Νέος χάθηκε και ο Φιλώτας Βασκαλής, ή Fill Scars όπως προτιμούσε. Πρόλαβε να αφήσει όμως το στίγμα με αυτό το δίσκο κυρίως και με τα δύο ΕΡ που προηγήθηκαν. Δίσκος φωτιά και πάθος. Οι κιθάρες φλέγονται, τα τύμπανα πάλλονται λες και σε λίγο θα πυρακτωθούν σε παρανάλωμα. Λίγα χρόνια αργότερα ο Fill θα γίνει παρανάλωμα του πάθους του για την ηρωίνη…

8. Bokomolech – Xero (1995)
Δεν ξέρω αν οι Bokomolech ήταν και …κάτοχοι του φαρμάκου κατά της γήρανσης που είχε «εφεύρει» ο περίπου ομόηχος τους και ακούσιος εμπνευστής για το όνομα τους Ουκρανός γιατρός Bogomoletz, αλλά αυτός ο δίσκος δείχνει να γερνάει καλά, τη στιγμή που άλλοι δίσκοι της εποχής δίνουν τη μάχη στην …εντατική της λήθης. Μια μπάντα που η δυναμική της στηρίχτηκε τότε στην «από στόμα σε αυτί» διάδοση («είδες ένα γκρουπάκι στην Αρχιτεκτονική»-τη σχολή, όχι το bar!), θα φτάσει να ηχογραφεί με τον Albini, αλλά ποτέ δεν θα ακουστεί πάλι τόσο φρέσκια όσο σε αυτόν τον μοναδικό δίσκο της Lazy Dog.

9. Decades – The first (2003)
Θυμάστε το electroclash; Ναι; Άντε, ζωή σε λόγου μας να το θυμόμαστε! Παροδικό όπως όλες οι μόδες και οι περισσότερες …ιώσεις, δεν άφησε πίσω του παρά μόνο κάμποσα τραγούδια και ακόμη λιγότερους αξιόλογους δίσκους. Ένας από αυτούς είναι ελληνικός! Κατευθείαν από το φυτώριο της Poeta Negra… Και αλήθεια, τι απέγινε εκείνη η ελληνίδα Miss Kittin;

10. Last Drive – Underworld shakedown (1986)
Δεν τους είχα ποτέ σε μεγάλη εκτίμηση (ειδικά όταν έβαλαν πολύ hard rock στη συνταγή τους). ¨Όμως δεν θα μπορούσαν να λείπουν από ένα τέτοιο αφιέρωμα. Υπήρξε κάποτε μια εποχή που η έννοια Ροκ στην Ελλάδα ήταν ταυτισμένη με τους Last Drive! Αυτούς είχαμε, αυτούς ξέραμε, αυτούς ακούγαμε! Το Underworld shakedown ήταν ένας δίσκος ισάξιος με τους καλύτερους των Cramps… Θα μου πείτε, βέβαια, και είναι κατόρθωμα αυτό; Δεν ξέρω… Ετοιμαστείτε πάντως για sold-out συναυλίες επανασύνδεσης!

11. Raining Pleasure – Memory comes back (1996)
Σήμερα είναι η καλύτερη (ή η πιο γνωστή) εν Ελλάδι μπάντα της βρετανικής pop. Εδώ τους συναντάμε στο ξεκίνημα τους. Πιο αθώους, πιο ρομαντικούς, με περισσότερες ιδέες και κυρίως χωρίς το ζόρισμα της εμπορικής απήχησης. Ανομοιογενής δίσκος (πρώτος γαρ!) αλλά χρυσωρυχείο μουσικών διαμαντιών. Ειδικά το «Open window» τιμά με την ανοιξιάτικη ευαισθησία του το τραγούδι το οποίο τους χάρισε το όνομα τους…

11 KOMMATIA

1. Forward Music Quintet – Waiting (1983)
Ένα τραγούδι που εσωκλείει στα 8 ½ λεπτά του όλο το άρωμα μιας εποχής που μοιάζει τόσο μακρινή και τόσο κοντινή συνάμα. Πένθιμος ρυθμός, μπάσο που σέρνει τα πόδια του βαριά, κατατονικά τύμπανα, ατμοσφαιρικά πλήκτρα (από την Νατάσα Συρεγγέλα, γνωστή σήμερα από τους υποτιτλισμούς ταινιών-μέχρι και σε τραγούδι των Ημισκουμπρίων αναφέρεται!), ένα μείγμα λύπης και νοσταλγίας σε καταλαμβάνει, σαν τότε που περιμένεις κάποια που ποτέ δεν θα εμφανιστεί… Από τον πρώτο δίσκο αυτής της μπάντας («The mystery of a dying species») που δεν κατάφερε να βγάλει τον σημαντικό δίσκο, αλλά άφησε πίσω της μερικά τραγούδια οδοδείκτες αναμνήσεων (να προσθέσω το «Make sure» από τον ίδιο και το «For the wicked» από τον τελευταίο, πολλά χρόνια αργότερα, όταν πια τα μέλη είχαν φυλλορροήσει και είχαν απομείνει δύο).

2. In Trance 95 – Brazilia (1989)
Λάθος εποχή… Ήταν πολύ νωρίς για τα ελληνικά πράγματα, το 1989, όταν βγήκε αυτό το επτάϊντσο των In Trance 95 (τότε ντουέτο του Νίκου Βελιώτη με τον Αλέξη Μαχαίρα). Το ελληνικό «ρολόι» πήγαινε πολλά χρόνια πίσω! Φουτουριστικό κομμάτι, ήχος που αρδεύεται από κεντροευρωπαϊκά «ποτάμια», ηλεκτρονική ομίχλη, νοτισμένες παγωμένες ατμόσφαιρες… Όλα αυτά, λίγο πριν σκάσουν στην πιάτσα οι Στέρεο Νόβα… Σήμερα τους συναντάμε πια με άλλη σύνθεση κάτω από το όνομα ITENEF (και με πολύ πιο sexy εμφάνιση, όπως μπορείτε να διαπιστώσετε και εσείς!

3. Art of Parties – Central room (1984)
Το punk δεν το ζήσαμε στην εποχή του, και τα απόνερα του μας πήραν πολλά χρόνια αργότερα σε γραφικές ως επί το πλείστον υλοποιήσεις, το νέο κύμα όμως και τους νεορομαντικούς τους προλάβαμε για τα καλά! Οι δε Art of Parties τα είχαν όλα. «Σωστά» κουρέματα, όνομα που υποδήλωνε πολλά (από τραγούδι των Japan), ποπ ευαισθησία, και δύο κομματάρες… Το 45άρι εκείνο θα το βρείτε με λίγα, πολύ λίγα ευρουλάκια, σκονισμένο στο Μοναστηράκι…

4. Cloudscape – Mots sacres (2004)
Να και ένα ..γαλλόφωνο μέσα στην αγγλική μονοκρατορία! Από ένα CD-single που είχε κυκλοφορήσει μαζί με το Fractal press ψάρεψα αυτό το μικρό pop κομψοτέχνημα του αθηναϊκού σχήματος. Δεν θα μπορούσε να είναι άραγε έτσι η mainstream μουσική;
Film Noir5. Film Noir – Excuse (1986)
Μελωδία τόσο αφοπλιστική και τρωτή που αν σε ξεμοναχιάσει σε τσακίζει… Συγκινησιακή φόρτιση που υγραίνει το μάτι, έτσι λίγο δα στην άκρη, πολλές μνήμες, μια φθινοπωρινή μουντάδα, το άρωμα μιας εποχής… Τραγούδι προσωπικό φυλαχτό. Έβγαλαν έναν δεύτερο δίσκο και χάθηκαν στην ανωνυμία του χρόνου…

6. Rehearsed Dreams – The dance (Teenage Suicide) (1985)
Εφιαλτικό, ακραία σκοτεινό άκουσμα, αβάσταχτη μελαγχολία του είναι, «νότες απαισιόδοξες, πληγωμένα λόγια σαν μονόλογοι πλάσματος που αιμορραγεί» όπως έγραφε η parakmi (ποια είναι αυτή; δεν ξέρω, ψάξτε!), από έναν δίσκο («Repulsion») όπου δεν εισέρχεται ούτε μία λυτρωτική ακτίνα φωτός. Βραχύβιο σχήμα της CREEP, αποτελούμενο από τον πολυπράγμονα στη συνέχεια Σπύρο Φάρο και τον Γιάννη Παπαϊωάννου (το γνωστό σήμερα ION της Klik Records), δεν γνώρισε καμία σχεδόν απήχηση, και γρήγορα ο καθένας πήρε τον δρόμο του…

7. High Level Static – Breathing still (2003)
Ελληνικό ΕΒΜ λοιπόν! Ή future pop. Ή μήπως electropop; Δεν έχει σημασία η ετικέτα, σημασία έχει το περιεχόμενο. Ο δίσκος δεν ξέφευγε από τα τετριμμένα του χώρου, αλλά το κομμάτι είναι κορυφαίο.

8. Slow Motion – Die Seele (1988)
Ύμνος για τα παιδιά με τα μαύρα ρούχα και τα μαύρα μαλλιά που έχει αφήσει εποχή στους θαμώνες clubs σαν το παλιό Rebound. Κάπου εδώ , κάπως έτσι χάσαμε την αθωότητα μας… Τι γυρεύουμε στα σκοτάδια; «H ψυχή είναι η αρρώστια, δεν υπάρχει κανένα νόημα, δεν υπάρχει καμία ελευθερία…»

9. Statues in Motion – Statues (1983)
Με την ευκαιρία του αφιερώματος αυτού έκανα ανασκαφές στη δισκοθήκη και θυμήθηκα πολλές ξεχασμένες έως και αραχνιασμένε μπάντες… Άλλες δικαίως (οι περισσότερες!) και άλλες αδίκως… Οι Statues in Motion ανήκουν σίγουρα στους αδικημένους. Ήταν όμως πολύ εκτός (για να μην πω μπροστά) της εποχής τους. Μιας εποχής όπου η ηλεκτρονική μουσική θεωρούνταν στην καλύτερη ψυχρή και εγκεφαλική, στη χειρότερη απλώς …φλώρικη!

10. Blue Birds Refuse to Fly – Alchemy of love (1998)
Χαμηλών τόνων σχήμα τα «Μπλε Πουλιά» και μια ιδιαίτερη περίπτωση της ελληνικής σκηνής. Το «Give me the wings» ήταν μια από τις πιο καλαίσθητες, τόσο μουσικά όσο και εικαστικά κυκλοφορίες ελληνικής μπάντας. Νεραϊδοπαρμένος νεογοτθικός ρομαντισμός, αιθέρια φωνή που αιχμαλωτίζει στα μάγια της, και ευάλωτη μελωδία είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του «Alchemy of love» που το έκαναν να ξεχωρίσει…

11. Marianna – Talk about love (1985)
Ο Καραμπεάζης όντας πολύ μικρός τότε, δεν θυμόταν καλά όταν έγραφε τις προάλλες για την καθολική αποτυχία του κομματιού αυτού. Και πολύ ακούστηκε, και σε διαφήμιση το θυμάμαι, και σε μια συλλογή Super Hits εμφανίστηκε. Ο ορισμός της 80ίλας! Μετά εξαφανίστηκαν. Που να είναι σήμερα η Μαριάννα, ο Χαριτοδιπλωμένος; Lost in the night;

Και μια ακόμα εναλλακτική ομάδα τραγουδιών:

1. Alive She Died – The first night
2. Interstellar Overdrive – Pulse
3. Sunday Club – Grete Weitz
4. Atria – Crashing down
5. Sonar Blips – Coincidence
6. Impossible Tymes – Dreambrushpaint
7. Cpt Nefos – Angels in disguise
8. Villa 21 – Last chance
9. Reporters – I wanna know
10. Fear Condition – Black and white
11. Closer – Universe

1η δημοσίευση: http://www.mic.gr

Post a comment or leave a trackback: Trackback URL.

Σχόλια

  • Μανωλης Νταλουκας  On 26 Δεκεμβρίου, 2010 at 12:40 πμ

    Πόσο δίκιο έχεις σε πολλά σημεία! Θέλω όμως να πω, επειδή έκανες αναφορά και στο όνομά μου, ότι δεν απαξίωσα ποτέ τα παιδιά που έγραφαν σε αγγλικό στίχο. Απαξίωσα μια νοοτροπία που ήθελε- εκείνα τα χρόνια- να είναι άτεχνο το ροκ τραγούδι που είχε ελληνικό στίχο. Στην ροκ σκηνή της Ελλάδας, εκείνος που αγωνίσστηκε για την ύπαρξή του, δεν ήταν ο αγγλικός, αλλά ο ελληνικός στίχος. Αυτός ήταν το μαύρο πρόβατο και αυτός δέχθηκε τις πιο σφοδρές επιθέσεις. Μέχρι και το τέλος της δεκαετίς του 1970, ο ελληνικός στίχος ήταν ο μεγάλος αδικημένος και εκείνοι που τον αδικούσαν τις περισσότερες φορές ήταν πρόσωπα που έκαναν περισσότερο επίδειξη παρά τέχνη. Αυτός ο «εμφύλιος», στα τέλη του ’70 ακολουθήθηκε από έναν δεύτερο, μεγαλύτερο ίσως εμφύλιο. Οι Παρθενογένεσις είχαν ρίξει το σύνθημα: ΤΟ ΠΑΛΙΟ ΡΟΚ ΠΕΘΑΝΕ. Μια σειρά συγκροτήματα και παιδιά του post punk διέγραφαν με μια μονοκονδυλιά, όλη τη βάση του ροκ. Καλλιτέχνες που μας φωταγώγησαν (Σιδηρόπουλος, Άσιμος, Πανούσης, Πουλικάκος, Σπυριδούλα κλπ) ρίχνονταν στον κάλαθο των αχρήστων. Το «νέο κύμα» περνούσε σε επίθεση, τόσο οργισμένη και τυφλή, ώστε να ρίχνει τα δικά μας «ιερά» . σαν να ήταν σκουπίδια. Αυτή η επίθεση, είχε αιτίες βέβαια, αλλά προκάλεσε την δίκαιη «δική μας» αγανάκτηση. Οι περισσότεροι από εμάς, της «παλιάς φρουράς», τα θεωρήσαμε κωλόπαιδα και τσογλάνια. Έτσι, πέσαμε στο λάθος κι εμείς, να διαγράφουμε οτιδήποτε φαινόταν επικίνδυνο για τις «βασικές μας αρχές». Βεβαίως και σε πολλά, πάρα πολλά σημεία, αναγνωρίζω το μεγάλο λάθος. Αν ο Σιδηρόπουλος μας έδωσε ένα έργο καπληκτικό για να καταλάβουμε τον κόσμο του «κίτρινου σούρουπου», ο Ποθουλάκης και ο Φιλ, μας έδωσαν ένα εξίσου καταπληκτικό έργο για να καταλάβουμε τον κόσμο της ανασφάλειας και του τρόμου. Αλλά οι πληγές από τον εμφύλιο, που δεν ξέρω αν έζησες, ήταν τόσες πολλές που μας έσπρωξαν κι εμάς, να βλέπουμε το άσπρο για μαύρο. Η συμφιλίωση, δεν έχει έρθει ακόμα. Κακώς, γιατί και τα «παλιά συγκροτήματα» και τα «νέα» έβγαλαν διαμάντια. Σήμερα, νιώθω ότι κι εγώ αδίκησα πολλούς αφού δεν τους συμπεριέλαβα στο βιβλίο για το ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΡΟΚ. Αλλά υπόσχομαι πως θα επανορθώσω.
    Μανώλης Νταλούκας

    • antonx  On 3 Ιανουαρίου, 2011 at 9:03 μμ

      Αγαπητέ Μανώλη, μάλλον θα σε αντιγράψω για την αρχή: «πόσο δίκιο έχεις σε πολλά σημεία»
      Χαίρομαι που θέτεις τα πράγματα σε αυτή τη βάση. Τη βάση αυτής της κατάρας που λέγεται «ετεροκαθορισμός». Πολλοί μουσικοί και συγκροτήματα κατά καιρούς, και ιδιαίτερα τα οξυμμένα χρόνια του 80, πρώτα επέλεγαν αντίπαλο, και μετά κοιτούσαν το δικό τους έργο. Η πλάκα είναι ότι η «κόντρα» ελληνόφωνου-αγγλόφωνου, φαίνεται να περνάει κύκλους. Αμέσως μετά τα 80s, ήρθε η καταιγίδα όταν όλες οι εταιρείες έψαχναν ρεπλίκες των Τρυπών και των Σπαθιών, στα τέλη 90s γύρισε το έργο πάλι ανάποδα, και σήμερα νομίζω τα πράγματα έχουν ισορροπήσει. Ίσως είναι το μόνο στο οποίο θα διαφωνήσω. Πιστεύω ότι οι πληγές από τον εμφύλιο έχουν επουλωθεί, ή στη χειρότερη αφορούν εμάς τους παλιότερους. Σήμερα η σκηνή (η όποια σκηνή) χωράει και τον Boy και τη Monica. Μπορεί η παλάντζα να γέρνει πάλι σαφώς προς τον αγγλικό στίχο, αλλά χωρίς τις παλιές ακρότητες και τους ιδεοληπτικούς ψυχαναγκασμούς του παρελθόντος. Προσωπικά πάντως, κοιτάω με περισσότερο ενδιαφέρον τους μουσικούς που δοκιμάζουν τον ελληνικό στίχο. Γιατί μέσα στο παγκόσμιο χωριό, ποιος χρειάζεται άλλο ένα brit-pop group, και μάλιστα από την μακρινή και εξωτική Ελλάδα; (Brit-pop από την ελλάδα, οξύμωρο δεν ακούγεται;). Οι Sigur Ros έγινα παγκόσμιο όνομα τραγουδώντας στα ισλανδικά, και μη μου πει κανείς ότι είναι ευκολότερη γλώσσα από τα ελληνικά… Τελος πάντων, ας μην πλατιάζω..:-) Με την ευκαιρία, να περιμένουμε προσεχώς κανένα καινούργιο βιβλίο;
      Καλή χρονιά
      Αντώνης Ξαγάς

Σχολιάστε